μπαϊρακτάρης

μπαϊρακτάρης
ο
1) знаменосец; 2) ист. вождь (албанского племени)

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "μπαϊρακτάρης" в других словарях:

  • μπαϊρακτάρης — και μπαϊραχτάρης, ο 1. αυτός που κρατά το μπαϊράκι, σημαιοφόρος 2. (κατ επέκτ.) (στους Αλβανούς) αρχηγός φυλής, φύλαρχος. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. bayraktar] …   Dictionary of Greek

  • Μπαϊρακτάρης, Δημήτριος — (Αγρίνιο 1833 – Αθήνα 1900). Στρατιωτικός. Παιδί σουλιωτικής οικογένειας, ο Μ. κατατάχτηκε το 1848 στον στρατό και σταδιακά προάχθηκε σε αξιωματικό του πεζικού. Με την έκρηξη της Κρητικής επανάστασης (1866) κατέβηκε στην Κρήτη, όπου διακρίθηκε… …   Dictionary of Greek

  • Dionysios Bairaktaris — (griechisch Διονύσιος Μπαϊρακτάρης, * 1927 in Euböa, Griechenland; † 17. Juli 2011 in Athen[1], Griechenland) war Theologe, Autor und seit 1979 griechisch orthodoxer Bischof und Metropolit von Chios, Psara und Inousses.[2] Bairaktaris war… …   Deutsch Wikipedia

  • Дионисий (Байрактарис) — Митрополит Дионисий Μητροπολίτης Διονύσιος Митрополит Хиосский, Псарийский и Инусский 11 ноября 1979   17 июля 2011 …   Википедия

  • διονύσιος — I Ονομασία ενός μήνα σε πολλές αρχαίες ελληνικές πόλεις. Στη Λοκρίδα αντιστοιχούσε προς τον αττικό Ποσειδεώνα (Δεκέμβριο) και στην Αιτωλία προς τον Μουνυχιώνα (Απρίλιο). II Όνομα τυράννων των Συρακουσών. 1. Δ. Α’ ο πρεσβύτερος (432 – 367 π.Χ.).… …   Dictionary of Greek

  • Γαλανόπουλος — Επώνυμο αγωνιστών του 1821. 1. Αθανάσιος. Καταγόταν από την Κυπαρισσία και διακρίθηκε σε πολλές μάχες. 2. Αναγνώστης. Αδελφός του προηγούμενου. Διακρίθηκε στα Δερβενάκια. 3. Αναγνώστης. Καταγόταν από το Λεοντάρι της Αρκαδίας. Ανδραγάθησε στα… …   Dictionary of Greek

  • Γιαννηκώστας — (Κράψη Ηπείρου 1796 – Αθήνα 1877). Αγωνιστής του 1821. Πριν από την Επανάσταση υπηρέτησε στα στρατιωτικά σώματα στην Επτάνησο. Αρχικά κατατάχθηκε στο σουλιωτικό τάγμα που συγκρότησαν οι Γάλλοι στην Κέρκυρα και αργότερα πήγε στην Ιταλία και… …   Dictionary of Greek

  • Δαλάσκας — Επώνυμο αγωνιστών του 1821. 1. Γεώργιος. Σουλιώτης οπλαρχηγός, γνωστός και ως καπετάν Νταλάσκας. Το 1822 πήγε στο Μεσολόγγι και αγωνίστηκε εκεί. Το 1825 έγινε χιλίαρχος και διακρίθηκε στο Μανιάκι και σε άλλες μάχες. Αργότερα υπηρέτησε στη… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»